Αρθρογράφος: Παναγιώτα Κυπραίου Ψυχολόγος
Ο Rudolf Steiner λέει ότι η ανθρώπινη ψυχή χρειάζεται την ουσία των παραμυθιών να ρέει μέσα στις φλέβες του, όπως ακριβώς το σώμα χρειάζεται να έχει θρεπτικές ουσίες να κυκλοφορούν μέσα από αυτό. Μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει ένα κομμάτι μέσα μας, ένα ίχνος αθωότητας από τα νεανικά μας χρόνια, που είναι αδρανής και ζωντανεύει όταν διαβάζουμε μια καλή ιστορία, βλέπουμε μια ταινία ή ερχόμαστε σε επαφή με την τέχνη.
Ίσως αυτό είναι το πιο αυθεντικό μας κομμάτι ─ εκείνο που εξακολουθεί να πιστεύει στα παραμύθια.
Γιατί αγαπάμε τα παραμύθια ακόμη και ως ενήλικες; Ένας λόγος είναι ότι βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε ότι τα παραμύθια έχουν μεγάλη συνάφεια με την πραγματική ζωή. Συχνά μέσα σε παραμύθια αισθανόμαστε ότι υπάρχει σύγκρουση και δυσκολία που πρέπει να ξεπεραστεί. Γνωρίζουμε ότι απαιτείται μεγαλείο από τον ήρωα. Έτσι συμβαίνει και στη ζωή: είναι γεμάτη από ένταση που ζητάει επίλυση. Υπάρχει σύγκρουση, πόνος, ταλαιπωρία, αδικία. Επίσης η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις.
Είναι δύσκολη και προτού γίνει καλύτερη, συχνά γίνεται πολύ πιο δύσκολη. Έτσι και στα παραμύθια, η πλοκή περιλαμβάνει αγώνα, ήττα, αποτυχία. Αφορά στην εκμάθηση της επιμονής μέσω της δοκιμασίας. Το τελευταίο μέρος του παραμυθιού έχει να κάνει με την επίλυση, αποκατάσταση και συμφιλίωση — την ανανέωση όλων των πραγμάτων. Ο ήρωας επιστρέφει στο σπίτι του με μια ανανεωμένη εκτίμηση για αυτό που κάποτε θεωρούσε δεδομένο. Βλέπει τους αγαπημένους του και πάλι και γιορτάζουν τη ζωή μαζί. Και όπως λέει ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, «Η ίδια η ζωή είναι το πιο υπέροχο παραμύθι απ’ όλα.»