Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

Παγκόσμιες αξίες, εκπαίδευση και παράδοση

Η θεμελιώδης αντίστιξη
Του Αθανασίου Γκότοβου δημοσιεύτηκε στη Ρήξη φ. 102

Δεν περνάει μέρα που περνάει και που να μην εκδηλώνεται με κάποιον τρόπο η ένταση ανάμεσα στις νέες αξίες, τις αξίες του νέου κόσμου της πρωτοκαθεδρίας του χρηματιστικού κεφαλαίου και του ανοίγματος των κοινωνικών ανισοτήτων από τη μια, και την παράδοση από την άλλη. Η τελευταία εκπροσωπεί τις καθιερωμένες μέσα στο χρόνο βασικές σταθερές πάνω στις οποίες πορεύτηκαν οι κοινωνίες για την οργάνωση των ανθρώπινων σχέσεων όλων των τύπων: δημόσιων και ιδιωτικών, στον τομέα της εργασίας και της οικογένειας, της εκπαίδευσης και της οικονομίας, της θρησκείας και της πολιτικής. Ο λεγόμενος δυτικός κόσμος, μετά την οικονομική, πολιτική και ιδεολογική του επικράτηση, με την εσωτερική κατάρρευση του αντιπάλου του στην Ανατολική Ευρώπη, προωθεί μια δέσμη αξιών που τις ονομάζει «οικουμενικές αξίες», ή «ανθρώπινες αξίες», τις οποίες αντιπαραβάλλει προς τις αναχρονιστικές, υποτίθεται, αξίες άλλων εποχών και άλλων περιοχών του πλανήτη.

Οι πιο κεντρικές από αυτές είναι οικονομικές αξίες και αφορούν την «ελεύθερη» διακίνηση της πληροφορίας, της εργασίας, των εμπορευμάτων και του χρήματος, εννοείται στο όνομα της ανταγωνιστικότητας. Αλλά δεν είναι μόνον αυτές. Είναι και πρότυπα ζωής, μήτρες οργάνωσης των σχέσεων και των συμπεριφορών μεταξύ ανθρώπων τα οποία προβάλλονται ως κανονικά και επιθυμητά για όλον τον πληθυσμό του πλανήτη. Μάλιστα, η προστασία τους εντάσσεται στην προστασία των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Εννοείται ότι σε αυτά δεν μπορούν να ανήκουν το δικαίωμα της εργασίας και της δημιουργίας οικογένειας, το δικαίωμα στην κοινωνική περίθαλψη και την εκπαίδευση, το δικαίωμα στην προσωπική σφαίρα, που δεν παρακολουθείται στον «ελεύθερο» κόσμο τόσο ελεύθερα και συστηματικά από κρατικά και άλλα όργανα. Αυτά δεν είναι συμβατά με τις αρχές οργάνωσης της ελεύθερης οικονομίας. Αντιθέτως, το δικαίωμα στη συσσώρευση ατομικού πλούτου με νόμιμες, ημινόμιμες ή παράνομες μεθόδους, το δικαίωμα στην επιλογή του σεξουαλικού προσανατολισμού, το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό του φύλου και άλλα συναφή, θεωρούνται στο νέο μας κόσμο τεκμήρια πολιτισμού. Φυσικά, πολιτισμού ανώτερου από εκείνον που εκπροσωπεί η παράδοση ή μια άλλη πολιτισμική κοιτίδα, σε κάποιο άλλο σημείο του πλανήτη. Οι νέες αξίες, άλλωστε, παραπέμπουν ευθέως στην εξουσία, από εκεί προωθούνται και αυτήν υπηρετούν.
Αυτός ο κλασικός πολιτισμικός ρατσισμός (ρητή ιεράρχηση των νέων ακαι των παραδοσιακών αξιών) τείνει να καταστεί τόσο αυτονόητος, ώστε δεν γίνεται πλέον ορατός ως τέτοιος. Έτσι λ.χ. όσοι δεν υιοθετούν ή εκφράζουν επιφυλάξεις για τη νέα αξία της «παμφιλίας», στιγματίζονται ως ομοφοβικοί ή ακόμη και ως ρατσιστές. Το σωστό (μάλλον, το αυτονόητο), λένε, είναι να δέχεσαι όλους τους ερωτικούς προσανατολισμούς και όλες τις αντίστοιχες πρακτικές μεταξύ ενηλίκων ως ισότιμες και κανονικές, και μάλιστα να διδάσκεις αυτό το δόγμα και στο σχολείο, προκειμένου να προληφθούν και να καταπολεμηθούν φαινόμενα ρατσισμού εναντίον των διαφορετικών. Κάθε άλλη στάση κρίνεται ύποπτη ως δείγμα πολιτισμικής καθυστέρησης, ως ομοφοβικό σύνδρομο, ως ρατσισμός και ως τεκμήριο περιφρόνησης των νέων ανθρωπιστικών αξιών. Τα παραδείγματα είναι άπειρα.
Το ίδιο, όμως, και οι εστίες σύγκρουσης. Διότι η επιβολή των νέων αξιών και ο εξοστρακισμός των παλιών αποδεικνύονται πιο περιπετειώδεις διαδικασίες από ό,τι ορισμένοι ανέμεναν. Για τρεις λόγους.
Πρώτον, στις χώρες της Δύσης όπου συντελείται αυτή η ανατροπή εδώ και τρεις περίπου δεκαετίες στο όνομα του «mainstreaming», οι υποστηρικτές της παράδοσης δεν έχουν καταθέσει τα όπλα, παρότι η πίεση της πολιτικής ορθότητας είναι πολύ μεγάλη και οι πολιτικές, οικονομικές και μορφωτικές ελίτ πρωτοστατούν στην επιβολή –και μάλιστα μέσω των θεσμών– αυτών των αξιών. Οι συγκρούσεις γύρω από τη μαντίλα σε όλη την Ευρώπη, οι αντιπαραθέσεις στη Γαλλία και εσχάτως στη Γερμανία για τις εκπαιδευτικές καινοτομίες στον τομέα της σεξουαλικής και της αντιρατσιστικής διαπαιδαγώγησης, τα δημοψηφίσματα στην Ελβετία για τους μιναρέδες και τη μαζική μετανάστευση, δείχνουν ότι οι τοπικές κοινωνίες ανθίστανται στις απότομες πολιτισμικές ανατροπές και ότι οι φορείς των καινοτομιών δεν έχουν πάντοτε τις αναγκαίες πλειοψηφίες στο κοινωνικό σώμα. Ούτως ή άλλως οι αξιακές αυτές μεταρρυθμίσεις ήταν εξαρχής και παραμένουν ένα πρόταγμα των ελίτ, και όχι της κοινωνίας. Είναι μια πολιτισμική επανάσταση από τα πάνω που, όπως σχεδόν όλες οι παρόμοιες πρωτοβουλίες, δυσκολεύεται να περάσει προς τα κάτω, παρά το ότι οι φορείς της διαθέτουν πολλούς και ισχυρούς πομπούς για την εμπέδωση του μηνύματος.
Δεύτερον, οι καινοτομίες σκοντάφτουν πάνω σε μια δομική αντίφαση που εμπεριέχει η ιδεολογία του πολυπολιτισμού, δηλαδή του δικαιώματος για παρουσία και αναπαραγωγή πολλών πολιτισμικών παραδόσεων μέσα στο ίδιο εθνικό κράτος, όταν από τη μια μεριά ευλογεί την πολιτισμική ετερότητα –άρα τις πολλές πολιτισμικές παραδόσεις– ενώ από την άλλη καλεί τα κοινωνικά υποκείμενα να αλλάξουν αυτές τις παραδόσεις, υιοθετώντας τις νέες «οικουμενικές» αξίες, όπως τις προβάλλει π.χ. το σχολείο, η αγορά και η επικοινωνία. Πιο απλά: σέβομαι τον τρόπο που έμαθε από την οικογένειά του να αξιολογεί ένας πιστός μουσουλμάνος την πρακτική της ομοφυλοφιλίας, αλλά ταυτόχρονα ζητώ από αυτόν να ασπαστεί τις επίσημες αξίες του (νέου) σχολείου, σύμφωνα με τις οποίες η ίδια αυτή πρακτική είναι τόσο κανονική, όσο και η καθιερωμένη ιστορικά ετεροφυλοφιλία. Και αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα από τα πολλά που αποτελούν σήμερα πεδία πολιτισμικής και ιδεολογικής σύγκρουσης μέσα στα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα. Αργά ή γρήγορα θα έρθει και στην ελληνική εκπαίδευση, με πρωτοβουλία – όπως και στις άλλες χώρες – της πεφωτισμένης δεσποτείας, κατά κυριολεξία.
Τρίτον, υπάρχουν περιοχές στον πλανήτη –κράτη, πολιτισμικοί χώροι– που παρότι συμμετέχουν στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, δεν έχουν απεμπολήσει τις πολιτισμικές τους παραδόσεις στα υπόλοιπα πεδία, πέρα από την οικονομία, ούτε και σκοπεύουν να το κάνουν. Το επιχείρημά τους είναι απλοϊκό, αλλά πολύ ισχυρό: εμείς έχουμε άλλη παράδοση γι’ αυτά τα πράγματα, επιμένουμε στο δικαίωμα να έχουμε άλλη άποψη και θεωρούμε την προσπάθεια «πολιτισμικού εκσυγχρονισμού», που γίνεται από ισχυρούς δυτικούς πομπούς πολιτισμού, ύποπτη και ενοχλητική. Παραδείγματα απόκρουσης του δυτικού τρόπου ζωής, έτσι όπως αυτός πάει να διαμορφωθεί από τη νέα τάξη πραγμάτων μετά την επικράτηση του πολιτισμικού μονοπωλίου της Δύσης, δεν έχουμε μόνον από τους «ταλιμπάν» του Ισλάμ. Αντίσταση στην κατεδάφιση της πολιτισμικής παράδοσης υπάρχει σχεδόν παντού, από την πολιτισμένη Ελβετία, την ορθόδοξη Ρωσία, την Κίνα και την Ινδία, μέχρι την Τουρκία και την «αναπτυσσόμενη» Ουγκάντα. Οι μέθοδοι διαφέρουν, και οι φορείς της αντίστασης αυτής δεν είναι πάντοτε πρότυπα δημοκρατίας. Αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι λεγόμενες «πανανθρώπινες αξίες», που συνιστούν την αιχμή του δόρατος της πολιτισμικής επανάστασης στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ούτε αυτονόητες είναι για το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού της γης, ούτε και ευπρόσδεκτες σε πολλές κοινωνίες.
Πώς θα κυλήσει η εξέλιξη με τα δύο αυτά αντιφατικά ρεύματα –παγκόσμια οικονομία, που υποχρεώνει σε οικονομική προσαρμογή, και υπεράσπιση παραδοσιακών πολιτισμικών προτύπων, που υποχρεώνει σε αντίσταση– να λειτουργούν ταυτόχρονα και παράλληλα;
Θα εξαρτηθεί από την ένταση της αντίστασης στο επιχειρούμενο δυτικό πολιτισμικό πρότυπο, αλλά κυρίως από τη βιωσιμότητα του οικονομικού μοντέλου που επιβλήθηκε βαθμιαία μετά την κατάρρευση του διπολικού κόσμου. Ούτως ή άλλως οι δύο αυτές παράμετροι βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση. Υπάρχουν ενδείξεις, πάντως, ότι το μοντέλο αυτό έχει προκαλέσει τόσες και τέτοιες εύθραυστες κοινωνικές καταστάσεις, που μάλλον φαίνεται να έχει ξεκινήσει η αντίστροφη πορεία του. Αν καταφέρει να σταθεροποιηθεί στη μορφή ενός πιο μετριοπαθούς καπιταλισμού, ή αν αναγκαστεί να πάρει πολύ αυταρχικές μορφές προκειμένου να διατηρηθεί, είναι ένα κρίσιμο ερώτημα που δεν μπορεί να απαντηθεί αυτή τη στιγμή. Ίσως θα μπορούσαμε να κάνουμε κάποιες βάσιμες υποθέσεις, αν γνωρίζαμε ποιο θα είναι το μέγεθος της υποστήριξης που θα έχουν τα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης –μιας Ευρώπης που έχει πάψει από καιρό να ενθουσιάζει και να εμπνέει– από τους ψηφοφόρους στις επόμενες ευρωεκλογές, αλλά και ποια θα είναι η τύχη της Ουκρανίας μετά την αιφνίδια ανατροπή του Γιανουκόβιτς. Αλλά τόσο το ένα, όσο και το άλλο, θα τα μάθουμε πολύ σύντομα, και πάντως πριν εκδηλωθεί από τους εγχώριους φωτισμένους δεσπότες το επόμενο «εκσυγχρονιστικό» χτύπημα στην ελληνική εκπαίδευση, με στόχο την απαλλαγή της από τη «σαβούρα της παράδοσης» και την εναρμόνισή της με τις νέες παγκόσμιες αξίες…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου