Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013

Ο εθνομηδενισμός, η κρίση και το μέλλον της Κύπρου και της Ελλάδας




Του Παναγιώτη Ήφαιστου


Ο εθνομηδενισμός είναι μια εύστοχη ελληνική λέξη η οποία περιγράφει την ανθρωπολογική υποβάθμιση όταν κυριαρχούν οι μεταμοντέρνες παραδοχές. Γι’ αυτό, έστω και στοιχειωδώς, απαιτείται να εξηγήσουμε το τι είναι μεταμοντερνισμός και το πώς εντάσσεται στην διαδρομή της Νεοτερικότητας. Η καλύτερη ανάλυση για το θέμα αυτό είναι του Παναγιώτη Κονδύλη «Η παρακμή του Αστικού Πολιτισμού» (Εκδόσεις Θεμέλιο) και του Θόδωρου Ζιάκα, «Ο σύγχρονος μηδενισμός» (Εκδόσεις Αρμός). Ο Κονδύλης περιγράφει αριστουργηματικά την ιστορική φάση που διανύουμε –με αφετηρία γύρω στο 1900– λόγω έλευσης της μαζικοπαραγωγής και της μαζικοκατανάλωσης. Για ένα πιο μακροϊστορικό πλαίσιο ανάλυσης υπό το πρίσμα των ιστορικών κοσμοσυστημικών εξελίξεων και της θέσης της ελληνικότητας στην ιστορία είναι τα βιβλία του Γιώργου Κοντογιώργη, ιδ. «Η Δημοκρατία ως Ελευθερία» (εκδόσεις Πατάκη).


Υποχρεωτικά θα πρέπει να μιλήσουμε συντομογραφικά για ένα πολύ μεγάλο ζήτημα. Από την σκοπιά της πολιτικής θεωρίας του διεθνούς συστήματος το έχω αναπτύξει στην τελευταία μου μονογραφία «Κοσμοθεωρία των Εθνών» (Εκδόσεις Ποιότητα), κυρίως στα κεφάλαια 4 και 5. Αφορά την πορεία από τον Μεσαίωνα στους Νέους Χρόνους, την διολίσθηση της Νεοτερικότητας στον μοντερνιστικό υλισμό, και στην συνέχεια στον μηδενιστικό μεταμοντερνισμό ή εθνομηδενισμό. Χωρίς να σκιαγραφήσουμε την διαδρομή του μοντερνισμού δεν θα καταλάβουμε τι είναι ο μεταμοντερνισμός.

Μέχρι τότε, οι μοντερνιστικές αρχές πάνω στον οποίο στηρίζονταν τα αστικά κράτη, ο αστικοφιλελευθερισμός και εν πολλοίς ο κομμουνισμός, σαρώθηκαν από την αστικοποίηση η οποία προέκυψε ως απόρροια αναγκών λόγω της σταδιακής δημιουργίας δομών μαζικής παραγωγής. Οι ανθρωπολογικές προεκτάσεις ήταν βαθύτατες και άγγιξαν κάθε πτυχή της ζωής των ανθρώπων, του πολιτισμού τους, των πολιτικών τους παραδόσεων και του εν γένει τρόπου ζωής τους και της κοινωνικοπολιτικής τους οργάνωσης.
Ασφαλώς, δεν μιλάμε για γραμμικά ζητήματα και γραμμικές ιστορικές εξελίξεις. Η ιστορία κινείται πάντα διαγράφοντας πολλές καμπυλότητες. Καλύτερα να λέγαμε ότι η ιστορία είναι γεμάτη καμπυλότητες λόγω της ποικιλομορφίας των δρώντων και της ετερογονίας των σκοπών. Πολλές διαμορφωτικές πτυχές ποτέ δεν γίνονται γνωστές. Πολλά κρίνονται εκ του αποτελέσματος ή καλύτερα από τα τετελεσμένα.
Για να επανέλθουμε στην διαδρομή που μας οδήγησε στον σύγχρονο μεταμοντερνισμό, επισημαίνουμε ότι μεταβαίνοντας από τον Μεσαίωνα στον μοντερνισμό και στην συνέχεια στον μεταμοντερνισμό, σίγουρα δεν ισοπεδώθηκαν όλα. Πολλοί άνθρωποι και πολλές κοινωνίες με πολλούς και ποικίλους τρόπους αντιστάθηκαν στην ανθρωπολογική υποβάθμισή τους και στην πολιτική ισοπέδωσή τους. Αυτή είναι μια αμφίπλευρη, αμφίσημη και αντιθετική πορεία των κρατών, των κοινωνιών τους και των ανθρώπων η οποία συνεχίζεται και η έκβασή της δεν κρίθηκε. Η υπόσταση του ανθρώπου, η δημοκρατική του συγκρότηση και η ασφάλεια και η ευημερία είναι, για να θυμηθούμε τον Καβάφη, ένα ταξίδι. Τα τελευταία εκατό χρόνια σίγουρα διανύουμε την φάση των (ιδεολογικών) Σειρήνων, των κυκλώπων και των Λαιστρυγόνων. Κάποιοι μολαταύτα θα είναι προσανατολισμένοι προς την Ιθάκη και κάποιοι απρόσεκτοι θα γίνονται θύματα μεταμοντέρνων πολιτικών ή άλλων πραξικοπημάτων, θα πλήττονται ή και θα εξαφανίζονται. Κλασική περίπτωση είναι η Κύπρος πάνω στην οποία επιχειρείται, ακριβώς, να επιβληθεί μια μεταμοντέρνα δομή εξαρτημένη από τα ηγεμονικά θηρία που θα την ελέγχουν.

Παρά τις προαναφερθείσες αντιστάσεις στις μεταμοντέρνες μηδενιστικές τάσεις, στις –από νομικοθεσμική άποψη– υλιστικά οργανωμένες κοινωνίες της Δύσης και στις εξαρτημένες από αυτές κοινωνίες στις παρυφές του βιομηχανικά αναπτυγμένου Βορρά, η αλλαγή των οικονομικών δομών επέφερε μεγάλες αλλαγές στις ανθρωπολογικές δομές. Κυρίως ροκανίστηκαν οι πατροπαράδοτοι τρόποι ζωής. Μεγάλες μάζες ανθρώπων κυριολεκτικά εγκλωβισμένες μέσα στις μεγάλες αστικές και βιομηχανικές περιοχές συρρικνώθηκαν πνευματικά σε απελπιστικό βαθμό. Τα αποτελέσματα μόλις τώρα γίνονται αισθητά γιατί οι αντιφάσεις και αντιθέσεις που αναπτύχθηκαν τα τελευταία εκατό χρόνια στο εσωτερικό και μεταξύ των κρατών εκδηλώνονται ως οικονομική κρίση που αναπόφευκτα οδηγεί σε πολύ μεγαλύτερες ανακατατάξεις και αναταράξεις.
Στο σημείο αυτό είναι ίσως χρήσιμο να επισημανθεί ότι αποτελεί μύθο πως η μαζική παραγωγή λόγω τεχνολογίας και λόγω έλευσης του καπιταλισμού ήταν μονόδρομος και ότι υποχρεωτικά έπρεπε να μπούμε σε μηδενιστική τροχιά. Η σχέση ανάπτυξης, ευημερίας, προστασίας του οικοσυστήματος και διαφύλαξης των ποιοτικών χαρακτηριστικών της ανθρώπινης ζωής μπορούν να συγκροτήσουν πολιτικοοικονομικές και κοινωνικοπολιτικές δομές συμβατές με ένα καλύτερο τρόπο ζωής. Αυτό όμως δεν είναι του παρόντος και θα απαιτούσε πολύ χώρο για να το αναπτύξουμε. Λέμε μόνο ότι το κάθε κράτος που σέβεται την ανεξαρτησία του και την ελευθερία των πολιτών του απαιτείται να συνεκτιμά όλους τους παράγοντες και να χαράσσει στρατηγική που εκπληρώνει πάγια και αντικειμενικά κριτήρια κοινωνικοπολιτικής και οικονομικής ανάπτυξης. Μια τέτοια στρατηγική συναρτάται με παραδοχές εθνικής ανεξαρτησίας, ισόρροπων σχέσεων με τα άλλα κράτη και πρόνοιας για διαφύλαξη της πνευματικής υπόστασης των μελών της κοινωνίας.
Η προαναφερθείσα τροχιά του μοντερνισμού και του μεταμοντερνισμού έχει τις αφετηρίες της στον 16ο αιώνα και τον αδιέξοδο χαρακτήρα των πολιτικών δογμάτων που εκκολάφθηκαν έκτοτε. Βασικά, έχοντας παρανοήσει τον Αριστοτέλη η Δυτική Φιλοσοφία –και πάλιν θα πρέπει να αναφερθώ στον μεγάλο στοχαστή Παναγιώτη Κονδύλη και στο «Κριτική της Μεταφυσικής (εκδόσεις Θεμέλιο) το οποίο εξηγεί αυτή την τραγική πτυχή αριστουργηματικά– είναι κατά το πλείστον αντί-Αριστοτελική. Αυτό το «ιστορικό στοχαστικό ατύχημα που διαμόρφωσε εκατομμύρια αναλυτές στο πεδίο της πολιτικής σκέψης ροκάνισε τις δυνατότητες των κρατών της Δύσης που κυριαρχούσαν στον πλανήτη να κινηθούν ανθρωποκεντρικά προς την κατεύθυνση πραγματικών δημοκρατικών δομών (εγκλωβίζοντάς τα αντίθετα στην κίβδηλη, επίπλαστη και εν πολλοίς στατική «έμμεση αντιπροσώπευση» που γνωρίζουμε και η οποία μόνο κατ’ επίφαση μπορεί να χαρακτηριστεί «έμμεση δημοκρατία»).
Συντομογραφικά επισημαίνουμε ότι μετά τον 16 αιώνα η θεμιτή αντί-Θεοκρατική αγωνία μετατράπηκε σε αγώνα κατά της κραταιής ακόμη Εκκλησίας και στην συνέχεια διολίσθησε μέσα στην μεγαλύτερη ιστορική παράκρουση όλων των εποχών: Την ιδέα που ενσαρκώθηκε μέσα σε όλα τα μοντερνιστικά ιδεολογικά δόγματα πως η πολιτική συγκρότηση μέσα στην δημόσια σφαίρα των κρατών θα μπορούσε να συντελεστεί «χωρίς το πνεύμα».
Για να το πούμε διαφορετικά, ενώ η κλασική αντίληψη της Πολιτικής είναι η σύμμειξη των πνευματικών με τα αισθητά για να συγκροτηθεί ο Πολιτειακός τρόπος ζωής και τα Πολιτικά της συστήματα που προσιδιάζουν στις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις κάθε κοινωνίας, πολλές κυρίαρχες τάσεις της δυτικής πολιτικής φιλοσοφίας και εμπράγματα της κρατικής συγκρότησης έθεσαν σαν στόχο την ανθρωπολογική διαμόρφωση με τα υλικά μόνο κριτήρια και παράγοντες. Ως και ο άνθρωπος να μην έχει πνεύμα.
Αυτές οι τάσεις οφείλονταν σε ένα τραγικό γεγονός: Τους δουλοπαροίκους του Μεσαίωνα που συνέχιζαν να αποτελούν την υποκείμενη «ανθρωπολογία» των κρατών της μετά-Θεοκρατικής εποχής. Το τραγικό γεγονός, δηλαδή, ότι στην Ευρώπη όπου συντελούνταν όλα αυτά ενώ προσπαθούσαν να μιμηθούν την κλασική εποχή για να κατασκευάσουν ταχύρυθμα κρατικές δομές, κυριολεκτικά δεν διάθεταν πολίτες και ούτε μπορούσαν να κατασκευάσουν μια πνευματικά μεστή πολιτική ανθρωπολογία με κάποιο μαγικό ραβδί.
Οι υποκείμενοι άνθρωποι στην συντριπτική τους πλειονότητα ήταν οι απόγονοι των δουλοπαροίκων, εξαθλιωμένες δηλαδή οντότητες απελπιστικά ανθρωπολογικά υποβαθμισμένοι. Να θυμίσω ότι την Γαλλική Επανάσταση την έκαναν, κατά κύριο λόγο, οι «ξεβράκωτοι» (sans cullotes), και ότι παράλληλα με αυτές τις ανισορροπίες στο εσωτερικό των τότε κρατών τα πολιτικά τους ελίτ –απόγονοι των φεουδαρχών και γεωκτημόνων που έγιναν στην συνέχεια αστοί και καπιταλιστές– βρήκαν διέξοδο στην αποικιοκρατική επέκταση. Μισθοφορικοί στρατοί κατάλαβαν τον πλανήτη, τον καταλήστευσαν και κράτησαν πλήθος ιστορικών εθνών σε καταστολή επί αιώνες.
Παράλληλα, επίσης, για να κατασκευαστούν πολίτες ταχύρρυθμα γεννήθηκαν τα ιδεολογικά δόγματα του μοντερνισμού, κυρίως ο φιλελευθερισμός (με αναρίθμητες τάσεις και αποχρώσεις) και ο διάδοχος υποτίθεται κομμουνισμός (με εξίσου αναρίθμητες τάσεις και αποχρώσεις). Οι ιδεολογίες ήταν, βασικά, απόρροια της απουσίας όπως είπαμε πολιτών και της ιδέας –που πολλοί υιοθετούν μέχρι σήμερα, και η οποία μάλιστα διέπει και την όλη προσέγγιση δήθεν επίλυσης του κυπριακού– ότι οι πολίτες θα κατασκευαστούν στην βάση του ενός ή άλλου ιδεολογικού δόγματος.
Πρέπει να τονίσουμε ότι τα κομμουνιστικά ιδεολογικά δόγματα δεν ήταν κατιτί άλλο. Το ότι οι επικαλούμενοι τον μαρξισμό δεν το γνωρίζουν δεν το ξέρουν είναι πολιτικοστοχαστικά θλιβερό αλλά δεν αλλάζει κάτι. Ο κομμουνισμός ήταν μια εξίσου αδιέξοδη αντίδραση στην αποτυχία του φιλελεύθερου υλισμού να κατασκευάσει πολίτες και της βαθιάς ανθρωπολογικής υποβάθμισης των εργαζομένων της αρχικής καπιταλιστικής εποχής. Οι κομμουνιστές υπόσχονταν ένα άλλο υλισμό, παγκόσμιο και αταξικό. Δηλαδή, μια από τα ίδια: Δημιουργία κράτους όπου οι πολίτες αφενός θα λειτουργούσαν μόνο υλιστικά και αφετέρου θα ξεχνούσαν τις εθνικές τους καταβολές. Τίποτα τέτοιο δεν συνέβηκε, βέβαια, όπως καταμαρτυρήθηκε όταν κατάρρευσε η πρώην Σοβιετική Ένωση. Όποιος δεν το βλέπει είναι απλά πολιτικά τυφλός. Να τα δουν αυτά βέβαια τα μέλη του ημέτερου «προοδευτικού» πολιτικού προσωπικού τα οποία ακόμη παραμιλούν μεταμοντέρνα (είναι επιστημονικά αδιάφορο το κατά πόσο το κάνουν συνειδητά ή ανεπίγνωστα).
Για να επανέλθουμε στην διαδρομή της πολιτικής σκέψης και την σταδιακή μετάβαση στον μεταμοντερνισμό, όλα αυτά έκαναν πολλούς να σκεφτούν ότι αφού οι άνθρωποι δεν δέχονται να προσέρχονται μέσα στην δημόσια σφαίρα χωρίς την πνευματική τους υπόσταση, «έπρεπε» η ιδεολογική κατασκευαστική μανία να επεκταθεί μέσα στην ιδιωτική σφαίρα των πολιτών. Έπρεπε δηλαδή από την καταστολή και τις γενοκτονίες με τις οποίες επιδίωκαν μια τεχνητή κοινωνική συνοχή μέσα στην κρατική δημόσια σφαίρα –να μην τα ξεχνάμε και αυτά στην Ευρώπη και στην πρώην Σοβιετική Ένωση– να περάσουμε σε μια νέα φάση και πιο εξεζητημένη προσπάθεια να καταστεί ο άνθρωπος «υλική μονάδα». Να παύσει δηλαδή να αποτελεί Πρόσωπο με πνευματική και αισθητή υπόσταση που οδηγεί εμβάθυνση της ετερότητάς του, σε αυτεξούσιες στάσεις και αξιώσεις δημοκρατίας.
Οι μεταμοντέρνοι «διανοούμενοι» και τα πολιτικά υποχείρια του μεταμοντερνισμού είναι, βασικά, κυνηγοί του πνεύματος των ανθρώπων. Πνευματικοί δολοφόνοι των πολιτικών παραδόσεων, της ιστορικής μνήμης και της εν γένει πνευματικής υπόστασης των ανθρώπων. Αφού τους μηδενίσουν, λέει αυτή η διαστρεμμένη σκέψη, η δημόσια σφαίρα θα κινείται γραμμικά και απρόσκοπτα. Δεν χρειάζεται πολλή σκέψη ή γνώση για να αντιληφτούμε ότι όλα αυτά έγιναν τάχιστα ένα σημαντικό εργαλείο των υπηρεσιών των ηγεμονικών κρατών για να αποδυναμώνουν τις κοινωνίες που είναι υποψήφια θύματα μιας ακριβώς μεταμοντέρνας ανθρωπολογικής καταστολής και ενός μεταμοντέρνου στρατηγικού ελέγχου. Όταν ακούτε για παράδειγμα για μια «Νέα Κύπρο» όπου οι πολίτες θα κινούνται γραμμικά εντός του κράτους στην βάση του «πατριωτισμού του συντάγματος» αυτό να καταλάβετε ότι συμβαίνει.
Ο μεταμοντέρνος μηδενισμός, ακριβώς, είναι ένας ιδεολογικός ακταρμάς μέσα στον οποίο συνωστίζονται, κατά την εύστοχη διατύπωση του Παναγιώτη Κονδύλη, όλα τα «ορφανά των παρωχημένων πλέον φιλελεύθερων και κομμουνιστικών ιδεολογικών δογμάτων». Έχουν διάφορα ονόματα κυρίως σε αναφορά με την λέγόμενη «κριτική σκέψη» (κονστρουκτιβιστές και άλλοι). Δεν έχουν κεντρικό επιστημονικό άξονα και η επιστημονική τους αξία είναι, βασικά, μηδενική. Ιδεολογήματα είναι και μάλιστα του χείριστου και πιο αξιοθρήνητου είδους. Είναι ένας αξιοθρήνητος ακταρμάς ιδεολογημάτων των οποίων η λογική απόληξη, όπως υποστήριξα στο «Κοσμοθεωρία των Εθνών» είναι ο κατά τον Κονδύλη συνεπής μηδενισμός (ή κατά την εύστοχη διατύπωση του Θόδωρου Ζιάκα ο «ολοκληρωμένος μηδενισμός»).
Ίσαμε την λογική του απόληξη είναι ο μηδενισμός της υπόστασης του ανθρώπου και το ανθρωπολογικό βούρκο που περιγράφουν με μαθηματική ακρίβεια μοντερνιστές φιλόσοφοι όπως ο La Mettrie και ο Μαρκήσιος de Sade. Η πνευματική εκμηδένιση του ανθρώπου είναι για τους σύγχρονους μεταμοντέρνους –επαναλαμβάνω: είτε το κατανοούν είτε όχι είναι επιστημονικά αδιάφορο– προϋπόθεση «αποτελεσματικής» κρατικής ή και ευρύτερης πολιτικής οργάνωσης. Μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη διαστροφή στο πεδίο της πολιτικής σκέψης. Νομίζω όχι. Πρόκειται για την αποκορύφωση της παρακμής. Πώς να υπάρξει πολιτική οργάνωση χωρίς το πνεύμα των ανθρώπων και χωρίς τις πολιτικές τους παραδόσεις, τις οποίες πρέπει, κατά αυτούς, να ξεχάσουν! Γνωρίζετε τις γελοιότητες της εθνομηδενιστικής νεοελληνικής ιστοριογραφίας (δηλαδή ιστοριογραφικής ανεκδοτολογίας που βαφτίζουν «προοδευτική ιστορία»).
Μονολεκτικά, η απάντηση ενάντια σε αυτές τις πνευματικές και πολιτικές διαστροφές βρίσκεται στην επιστροφή στις εθνικές πολιτικές και πολιτισμικές παραδόσεις πάνω στις οποίες και μόνο μπορεί να κτιστεί μια βιώσιμη πολιτεία ανθρωπολογικά μεστή και πνευματικά περιεκτική. Χωρίς αυτό το υπόβαθρο το κράτος είναι έωλο, τρωτό και αυτοκτονικό. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ένα αληθές γεγονός, ότι εξ αντικειμένου οι Έλληνες διαθέτουν την πλουσιότερη πολιτική παράδοση. Δεν έχουν παρά να ξεχάσουν τα κίβδηλα ιδεολογικά δόγματα και να οργανωθούν πολιτικά στην βάση των αποκρυσταλλωμένων πολιτικών παραδόσεων της διαχρονικής ελληνικότητας όπως σμιλεύτηκαν και ωρίμασαν κατά την διάρκεια της μακράς διαδρομής από την κλασική εποχή, στα Αλεξανδρινά και μετά Αλεξανδρινά χρόνια και στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή άλλως πως Βυζαντινή Οικουμένη. Αυτές οι πολιτικές παραδόσεις επιβίωσαν ακόμη και των Οθωμανών αλλά πλήττονται από το επίπλαστο νεοελληνικό κρατίδιο που επικάθησε στις πλάτες τους μετά το 1826. Πολιτική Ανάσταση θα υπάρξει εάν και όταν συγκροτηθούμε Πολιτειακά με άξονες την δημοκρατία και την ελευθερία. Την ατομική ελευθερία, την κοινωνική ελευθερία, την πολιτική ελευθερία και την εθνική ανεξαρτησία. Αυτά να σκεφτόμαστε όταν τεχνοκρατικά θηρία (δήθεν αντιπρόσωποι κάποιων διεθνών θεσμών, στην ουσία όμως υποχείρια του διεθνικού και διεθνούς ηγεμονικού υπόκοσμου) πάνε και έρχονται με διάφορες ιδέες δημιουργίας ενός μεταμοντέρνου «Νέου Κράτους» στην Κύπρο.


Λυπάμαι να πω ότι στην Ελλάδα αλλά και στην Κύπρο στον λεγόμενο πνευματικό κόσμο κυριάρχησαν οι εθνομηδενιστικές παραδοχές και οι πολιτικοί κίνδυνοι που προκαλεί αυτό το γεγονός είναι φρικτοί. Χρειάζεται αλλαγή πολιτικού και εκπαιδευτικού παραδείγματος που να καλλιεργεί την αλήθεια και όχι το ψεύδος. Δεν ξέρω πως μπορεί να υπάρξει επάνοδος σε μια ενσωμάτωση των πολιτικών παραδόσεων στην εκπαίδευση και στην πολιτική. Αν μη τι άλλο, η εκπαιδευτική υποβάθμισή μας και η ανθρωπολογική εκμηδένισή μας βολεύει τις στρατηγικές soft power των ηγεμονικών δυνάμεων που θέλουν να ελέγχουν ή και να διαλύσουν τις κοινωνίες μας και να αρπάξουν τους πόρους μας και τον χώρο μας. Πρέπει να ξέρουμε ότι όλα είναι συναρτημένα. Αυτή είναι η διεθνής πολιτική όπου κυριαρχεί η ηγεμονική διαπάλη. Και όταν οι ελέφαντες παλεύουν ή ερωτεύονται το γρασίδι υποφέρει. Μπορούμε να κατακτήσουμε την εθνική μας ανεξαρτησία και να παύσουμε να είμαστε γρασίδι κάτω από τα πόδια της η ηγεμονικής πάλης. Αυτό ήταν και αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο.


Ο Παναγιώτης Ήφαιστος απαντά στις ερωτήσεις του «Εμπροσθοφύλακα»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου